Πέμπτη 11 Οκτωβρίου 2012

Η τράπεζα, η ουρά και η “παλιά συνάδελφος”




Δεν μπορώ να πω ότι έχω τις καλύτερες σχέσεις με τις τράπεζες. Όχι με τα κτήρια, μερικά είναι υπέροχα παλιά νεοκλασικά που ευτυχώς τα συντήρησαν γι’ αρκετά χρόνια οι τραπεζικοί οργανισμοί. Μιλάω για τις τράπεζες ως στοιχείο της καθημερινότητας μας, μέσω των οποιονδήποτε συναλλαγών.
              

Τις αποφεύγω όσο μπορώ, γι’ αυτό και δεν έχω και κανέναν λογαριασμό σε κάποια τράπεζα. Ούτε Ελληνική ούτε Ελβετική, καθώς είναι πολύ της μόδας και δεν θα θελα να με συμπεριλάβουν σε καμιά λίστα που κυκλοφορεί χαλαρά σε όλα τα μέσα.


Δυστυχώς όμως κάποιες συναλλαγές πρέπει να τις κάνεις περιμένοντας στα γκισέ αφού η αυτόματη συναλλαγή είναι στις περισσότερες τράπεζες έργο επιστημονικής φαντασίας.


Έτσι λοιπόν μια ωραία ηλιόλουστη μέρα, πήρα των ομματιών μου και περίμενα στην ουρά, καθότι η συγκεκριμένη τράπεζα δεν διαθέτει αριθμούς προτεραιότητας αγναντεύοντας τους υπαλλήλους να εξυπηρετούν σε αργούς ρυθμούς τους πελάτες τους.


Μετά από αναμονή για πάνω από μια ώρα στην ουρά, ήρθε η σειρά μου, να πληρώσω τον λογαριασμό που μόνο εκεί θα μπορούσα. Καλημέρισα την υπάλληλο ευγενικά κι έδωσα τον λογαριασμό με το σύνολο του ποσού. Ξαφνικά μια κυρία με το παιδάκι της χαλαρή και φρεσκοχτενισμένη μπήκε από την είσοδο κι ήρθε από την μέσα πλευρά του γκισέ και χαιρέτισε την υπάλληλο που ΘΑ με εξυπηρετούσε.


Αφού φιλήθηκαν, αφού έμαθαν και οι δυο, ότι όλοι είναι καλά στις οικογένειες τους, άρχισε να βγάζει από την τσάντα της λογαριασμούς που αμέσως άρχισε να τακτοποιεί η ταμίας, χωρίς να μπει στον κόπο να μου πει έστω έναν λόγο να μην περιμένω ως ηλίθιος με τον… λογαριασμό στο χέρι.


Απορημένος παρακολουθώ τη διαδικασία ενώ θα πρέπει να κατάλαβαν ότι άρχισα να ανεβάζω πίεση από τα γουρλωμένα μου μάτια και το κόκκινο που άρχισε να βάφει το πρόσωπό μου.


Η κυρία είναι παλιά συνάδελφος μου λέει η υπάλληλος και συνεχίζει να την εξυπηρετεί.


Κι αυτό τι σημαίνει, ότι είναι ιδιοκτήτρια της τράπεζας και πρέπει να πάρει την σειρά 20 ατόμων που περιμένουν στην ουρά, λέω έξαλλος πλέον. Αν θέλατε κυρία μου να την εξυπηρετήσετε, θα μπορούσατε να κρατήσετε τα χρήματα και τους λογαριασμούς για να το κάνετε την ώρα που δεν θα είχατε δουλειά.


Με θράσος με κοιτάζει και μου λέει, θα εξυπηρετηθείτε κύριε στην ώρα σας.


Η παλιά συνάδελφος της, κοιτούσε αδιάφορα και περίμενε να πάρει τις αποδείξεις. Τις πήρε και χωρίς να ζητήσει έστω και μια τυπική συγνώμη έφυγε. Έκανα την πληρωμή μου κι εγώ, κι έφυγα, χωρίς δυστυχώς για άλλη μια φορά να καταγγείλω στον διευθυντή, την απαράδεκτη συμπεριφορά της υπαλλήλου της πρώην κρατικής αυτής τράπεζας.


Φοβήθηκα να μην γίνω γραφικός. Με απασχόλησε περισσότερο η εικόνα μου παρά η αλλαγή σε νοοτροπίες και πρακτικές που με χαρακτηρίζουν τουλάχιστον ως ΒΛΑΚΑ. Ναι φταίω κι εγώ. Πρώτος απ’ όλους φταίω εγώ.

Γράφει ο Σπύρος Σιδέρης

Iznogood

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου